Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2
Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι μια χρόνια ενδοκρινολογική και μεταβολική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα – κατάσταση γνωστή ως υπεργλυκαιμία . Η υπεργλυκαιμία αυτή προκύπτει λόγω συνδυασμού δύο βασικών παθοφυσιολογικών μηχανισμών: αφενός της αντίστασης στην ινσουλίνη (τα κύτταρα του σώματος δεν ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στη δράση της ινσουλίνης) και αφετέρου μιας σχετικής ανεπάρκειας της ινσουλίνης που παράγει το πάγκρεας (το πάγκρεας δεν μπορεί να εκκρίνει αρκετή ινσουλίνη ώστε να διατηρηθούν φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου) . Η ινσουλίνη είναι η ορμόνη που βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει στα κύτταρα του οργανισμού για παραγωγή ενέργειας – συνεπώς, στην absence επαρκούς ή αποτελεσματικής ινσουλίνης, η γλυκόζη συσσωρεύεται στην κυκλοφορία του αίματος
Παθογένεια
Η νόσος θεωρείται ετερογενής και πολυπαραγοντική. Υπάρχει ισχυρή γενετική προδιάθεση (κληρονομικότητα) για εμφάνιση διαβήτη τύπου 2, όμως η κληρονομικότητα από μόνη της δεν είναι καθοριστική – το περιβάλλον και ο τρόπος ζωής παίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο . Ειδικότερα, η παχυσαρκία (ιδίως η συγκέντρωση λίπους στην κοιλιακή χώρα) και η καθιστική ζωή οδηγούν σε αντίσταση στην ινσουλίνη, ενώ παράλληλα η πάροδος της ηλικίας και διάφοροι ορμονικοί ή επιγενετικοί παράγοντες μπορούν να μειώσουν προοδευτικά την ικανότητα των β-κυττάρων του παγκρέατος να εκκρίνουν επαρκή ινσουλίνη. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο διαβήτης τύπου 2 αναπτύσσεται ύπουλα και εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου, συχνά χωρίς ο ασθενής να το αντιληφθεί στα αρχικά στάδια
Παράγοντες Κινδύνου και Επιδημιολογικά Στοιχεία
Ο διαβήτης τύπου 2 αποτελεί μακράν τη συχνότερη μορφή σακχαρώδους διαβήτη – πάνω από 90% των περιπτώσεων διαβήτη παγκοσμίως είναι τύπου 2 . Η επίπτωσή του έχει λάβει διαστάσεις “επιδημίας” τις τελευταίες δεκαετίες λόγω αλλαγών στον τρόπο ζωής και στη δημογραφική σύνθεση του πληθυσμού. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διεθνή δεδομένα (IDF Diabetes Atlas 2025), εκτιμάται ότι περίπου το 11.1% των ενηλίκων παγκοσμίως (1 στους 9) ζουν με διαβήτη – αριθμός που αντιστοιχεί σε ~590 εκατομμύρια ανθρώπους . Ανησυχητικό είναι επίσης ότι πάνω από το 40% εξ αυτών (δηλαδή πάνω από 4 στους 10 διαβητικούς) δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από τη νόσο .
Στην Ελλάδα, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 αποτελεί επίσης μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας. Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 1.000.000 άνθρωποι στη χώρα μας πάσχουν από διαβήτη (συμπεριλαμβανομένων και των αδιάγνωστων περιπτώσεων) . Μάλιστα, περίπου 1 στους 3 ασθενείς με διαβήτη στην Ελλάδα αγνοεί ότι έχει τη νόσο , γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης μέσω προληπτικών ελέγχων. Η επικράτηση του διαβήτη τύπου 2 αυξάνεται με την ηλικία – παραδοσιακά ήταν νόσος των μεσήλικων και ηλικιωμένων, όμως τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται όλο και συχνότερα και σε νεαρότερα άτομα ακόμη και σε παιδιά λόγω της αύξησης της παιδικής παχυσαρκίας και της καθιστικής ζωής .
Κύριοι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 είναι:
-
- Παχυσαρκία και αυξημένο σωματικό βάρος: Ιδιαίτερα η κεντρική (κοιλιακή) παχυσαρκία συνδέεται στενά με αντίσταση στην ινσουλίνη. Η ανθυγιεινή διατροφή – πλούσια σε θερμίδες, κορεσμένα λιπαρά και απλά σάκχαρα και φτωχή σε φρούτα/λαχανικά – συμβάλλει στην πρόσληψη βάρους και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη .
- Καθιστικός τρόπος ζωής: Η έλλειψη τακτικής σωματικής άσκησης μειώνει την αποτελεσματικότητα της ινσουλίνης και ευνοεί την ανάπτυξη παχυσαρκίας. Η σωματική αδράνεια αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες στην αύξηση της συχνότητας του διαβήτη τύπου 2 παγκοσμίως .
- Ηλικία: Άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο. Ο κίνδυνος αυξάνει ακόμη περισσότερο σε μεγαλύτερες ηλικίες, αν και όπως προαναφέρθηκε η νόσος πλέον εμφανίζεται και σε νεότερους.
- Οικογενειακό ιστορικό: Το να έχει κανείς γονέα ή αδέλφια με διαβήτη τύπου 2 αυξάνει την πιθανότητα να εμφανίσει και ο ίδιος τη νόσο, λόγω κληρονομικών γενετικών παραγόντων . Ωστόσο, η κληρονομικότητα δεν είναι πεπρωμένο – απαιτούνται και περιβαλλοντικοί παράγοντες για την εκδήλωση.
- Ιστορικό προδιαβήτη: Άτομα που στο παρελθόν έχουν διαγνωστεί με προδιαβήτη (διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη ή/και αυξημένο σάκχαρο νηστείας, βλ. παρακάτω) βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο με αυξημένο κίνδυνο εξέλιξης σε διαβήτη.
- Διαβήτης κύησης στο ιστορικό: Γυναίκες που εμφάνισαν σακχαρώδη διαβήτη κατά την εγκυμοσύνη (διαβήτης κυήσεως) έχουν αυξημένο κίνδυνο αργότερα στη ζωή τους να εμφανίσουν διαβήτη τύπου 2. Επίσης, γέννηση παιδιού βάρους >4 kg αποτελεί παράγοντα κινδύνου για μελλοντικό διαβήτη στη μητέρα .
- Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS): Συνδέεται με ινσουλινοαντίσταση και αυξημένο κίνδυνο διαβήτη σε γυναίκες.
- Συνυπάρχουσες καταστάσεις: Η υπέρταση και η δυσλιπιδαιμία συχνά συνυπάρχουν με τον διαβήτη τύπου 2 στο πλαίσιο του μεταβολικού συνδρόμου. Αν και δεν αποτελούν άμεσες αιτίες, η παρουσία τους είναι ένδειξη αυξημένου καρδιομεταβολικού κινδύνου. Επίσης, η χρόνια λήψη ορισμένων φαρμάκων (όπως κορτικοστεροειδή, κάποια αντιψυχωσικά, κ.ά.) μπορεί να ευνοήσει την εμφάνιση διαβήτη σε επιρρεπή άτομα.
Επιδημιολογικά, η αυξανόμενη αστικοποίηση των κοινωνιών, η γήρανση του πληθυσμού, η καθιστική εργασία και η υψηλή πρόσληψη θερμίδων έχουν συμβάλει σημαντικά στη ραγδαία άνοδο των περιστατικών διαβήτη τύπου 2 σε όλο τον κόσμο . Οι διεθνείς οργανισμοί υγείας προειδοποιούν ότι, αν δεν ληφθούν μέτρα, το πρόβλημα θα διογκωθεί περαιτέρω τις επόμενες δεκαετίες. Χαρακτηριστικά, υπολογίζεται ότι έως το 2050 περίπου 1 στους 8 ενήλικες παγκοσμίως (άνω των 850 εκατομμυρίων ανθρώπων) θα πάσχει από διαβήτη , εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις. Στην Ελλάδα, επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν επίσης αυξητική τάση, συνδεόμενη κυρίως με την αύξηση της παχυσαρκίας και της καθιστικής ζωής στον πληθυσμό.
Κλινική Εικόνα και Συμπτώματα
Η κλινική εικόνα του διαβήτη τύπου 2 μπορεί να ποικίλλει σημαντικά. Πολλοί ασθενείς είναι ασυμπτωματικοί ή έχουν ήπια συμπτώματα για μεγάλο διάστημα, γεγονός που κάνει τη νόσο ύπουλη. Συχνά η διάγνωση τίθεται τυχαία σε κάποιον προληπτικό έλεγχο ή κατά τη διερεύνηση άλλων προβλημάτων υγείας. Μάλιστα, δεν είναι σπάνιο ο διαβήτης τύπου 2 να πρωτοδιαγνωστεί όταν ο ασθενής εκδηλώσει ήδη κάποια χρόνια επιπλοκή (π.χ. σε οφθαλμολογική εξέταση ή μετά από ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο).
Όταν υπάρχουν συμπτώματα, τα κλασικά σημεία του αρρύθμιστου διαβήτη είναι:
-
- Πολυουρία (παραγωγή μεγάλης ποσότητας ούρων) και πολυδιψία (έντονη δίψα): Προκαλούνται επειδή όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα υπερβούν ένα όριο, οι νεφροί δεν μπορούν να επαναπορροφήσουν όλη τη γλυκόζη, με αποτέλεσμα αυτή να χάνεται στα ούρα παρασύροντας μαζί της νερό. Έτσι ο ασθενής ουρεί συχνά και αφυδατώνεται, με επακόλουθη έντονη δίψα .
- Ξηροστομία και συνεχής πείνα (πολυφαγία): Λόγω της αδυναμίας των κυττάρων να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τη γλυκόζη, ο οργανισμός λαμβάνει σήμα «ενεργειακής πείνας» παρότι το σάκχαρο στο αίμα είναι υψηλό. Ο ασθενής μπορεί να αισθάνεται συνέχεια πεινασμένος και να τρώει περισσότερο, χωρίς όμως απαραίτητα να παίρνει βάρος.
- Ανεξήγητη κόπωση και αδυναμία: Τα κύτταρα δεν λαμβάνουν επαρκή ενέργεια (γλυκόζη), έτσι ο ασθενής αισθάνεται συχνά ατονία, κόπωση και μειωμένη ενεργητικότητα.
- Θόλωση όρασης: Η υψηλή γλυκόζη μπορεί να επηρεάσει τον φακό και τα υγρά του οφθαλμού, προκαλώντας παροδική θολή όραση. Μακροχρόνια, ο διαβήτης οδηγεί και σε βλάβες του αμφιβληστροειδούς (βλ. επιπλοκές παρακάτω).
- Επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις: Η υπεργλυκαιμία εξασθενεί την άμυνα του οργανισμού και δημιουργεί ευνοϊκό περιβάλλον για ανάπτυξη μικροβίων. Συχνές είναι οι λοιμώξεις του δέρματος, των ουροφόρων οδών, καθώς και μυκητιασικές λοιμώξεις (π.χ. κολπικές μυκητιάσεις) . Επίσης παρατηρείται καθυστερημένη επούλωση τραυμάτων.
- Κνησμός και δερματικές εκδηλώσεις: Ο γενικευμένος κνησμός ή ο κνησμός στην περιοχή των γεννητικών οργάνων μπορεί να είναι σύμπτωμα του υψηλού σακχάρου και των σχετιζόμενων λοιμώξεων. Ο διαβήτης μπορεί επίσης να προκαλέσει δερματικές αλλοιώσεις (π.χ. μελανίζουσα ακάνθωση σε σημεία πτυχών του δέρματος).
- Απώλεια βάρους: Αν και πολλοί ασθενείς τύπου 2 είναι υπέρβαροι, σε περιπτώσεις μη ελεγχόμενου διαβήτη μπορεί paradοξα να παρατηρηθεί απώλεια βάρους. Αυτό συμβαίνει διότι ο οργανισμός, αδυνατώντας να χρησιμοποιήσει τη γλυκόζη, αρχίζει να διασπά λίπος και μυϊκή μάζα για ενέργεια.
Σημειώνεται ότι τα παραπάνω συμπτώματα δεν είναι τόσο έντονα στον διαβήτη τύπου 2 όσο στον τύπου 1. Στον τύπου 1 (ο οποίος εμφανίζεται σε νεότερες ηλικίες και χαρακτηρίζεται από πλήρη έλλειψη ινσουλίνης) τα συμπτώματα είναι πολύ πιο οξεία και εμφανή, με τάση ταχείας επιδείνωσης αν δεν αντιμετωπιστούν, οδηγώντας και σε διαβητική κετοξέωση. Αντίθετα, στον τύπου 2 τα συμπτώματα μπορεί να είναι ήπια για μεγάλο διάστημα, γεγονός που συχνά καθυστερεί τη διάγνωση . Γι’ αυτό συστήνονται προληπτικοί έλεγχοι (screening) σε άτομα με παράγοντες κινδύνου ακόμη κι αν δεν έχουν συμπτώματα (π.χ. παχύσαρκοι, άτομα άνω των 45 ετών, κ.ά.).
Διαγνωστικά Κριτήρια
Η διάγνωση του διαβήτη τύπου 2 γίνεται με εργαστηριακές εξετάσεις αίματος. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της American Diabetes Association (ADA), για να τεθεί η διάγνωση σε έναν ενήλικο απαιτείται τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα ευρήματα.
-
- Γλυκόζη πλάσματος νηστείας ≥126 mg/dL (7.0 mmol/L) μετά από 8 ώρες νηστείας. Επίπεδα σακχάρου νηστείας 100–125 mg/dL θεωρούνται ενδεικτικά προδιαβήτη (διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας), ενώ φυσιολογικά είναι κάτω από 100 mg/dL .
- Τιμή γλυκόζης ≥200 mg/dL 2 ώρες μετά από δοκιμασία ανοχής γλυκόζης (OGTT) με λήψη 75g γλυκόζης. Τιμές 2ωρου 140–199 mg/dL υποδηλώνουν διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη (προδιαβήτη), ενώ <140 mg/dL είναι φυσιολογικές.
- Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) ≥6,5%. Η HbA1c αντικατοπτρίζει το μέσο όρο του σακχάρου αίματος τους τελευταίους 2-3 μήνες. Τιμές HbA1c 5,7–6,4% δηλώνουν προδιαβήτη, ενώ φυσιολογικά η HbA1c είναι κάτω από 5,7% .
- Τυχαία μέτρηση γλυκόζης αίματος ≥200 mg/dL σε συνδυασμό με κλινικά συμπτώματα υπεργλυκαιμίας (όπως τα προαναφερθέντα).
Στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν μια εξέταση βρεθεί παθολογική, ζητείται επιβεβαίωση με επανάληψη της μέτρησης σε διαφορετική ημέρα, ιδίως αν ο ασθενής δεν έχει εμφανή συμπτώματα . Εάν όμως υπάρχει κλασική συμπτωματολογία διαβήτη (πολυουρία, πολυδιψία, ανεξήγητη απώλεια βάρους κ.λπ.) και μια τυχαία μέτρηση γλυκόζης ≥200 mg/dL, τότε μπορεί να τεκμηριωθεί η διάγνωση ακόμη και χωρίς δεύτερη μέτρηση .
Επισημαίνεται ότι ο όρος προδιαβήτης περιγράφει μια ενδιάμεση μεταβολική κατάσταση όπου το σάκχαρο είναι αυξημένο μεν πάνω από το φυσιολογικό, όχι όμως τόσο υψηλό ώστε να πληροί τα κριτήρια διαβήτη. Ο προδιαβήτης (IFG/IGT) αποτελεί προειδοποιητικό στάδιο: περίπου 5-10% των ατόμων με προδιαβήτη εξελίσσονται σε διαβήτη κάθε χρόνο, και συνολικά έως και το 50% μπορεί να εμφανίσει διαβήτη τύπου 2 μέσα σε 5 χρόνια χωρίς καμία παρέμβαση . Για τον λόγο αυτό, η έγκαιρη ανίχνευση του προδιαβήτη είναι σημαντική, καθώς δίνει την ευκαιρία με αλλαγές στον τρόπο ζωής να προληφθεί ή να καθυστερήσει η εξέλιξη σε διαβήτη (βλ. παρακάτω ενότητα για πρόληψη).
Θεραπευτικές Προσεγγίσεις
Η αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 βασίζεται σε έναν συνδυασμό τροποποίησης τρόπου ζωής και φαρμακευτικής αγωγής. Οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες (ADA/EASD) τονίζουν την ανάγκη για εξατομίκευση της θεραπείας – δηλαδή, οι στόχοι και οι επιλογές θεραπείας πρέπει να προσαρμόζονται στα χαρακτηριστικά κάθε ασθενούς (ηλικία, διάρκεια νόσου, συνυπάρχουσες παθήσεις, κίνδυνος υπογλυκαιμίας, κ.ά.) . Σε γενικές γραμμές, οι θεραπευτικοί πυλώνες περιλαμβάνουν:
Διατροφή και Άσκηση: Η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής αποτελεί τη βάση της θεραπείας στον διαβήτη τύπου 2. Σχεδόν όλοι οι ασθενείς θα πρέπει να ακολουθήσουν ιατρική διατροφική θεραπεία, που σημαίνει μια ισορροπημένη διατροφή προσαρμοσμένη στις ανάγκες του διαβητικού ατόμου. Συνιστάται δίαιτα πλούσια σε λαχανικά, φρούτα, ανεπεξέργαστους υδατάνθρακες με χαμηλό γλυκαιμικό φορτίο, άπαχη πρωτεΐνη και «καλά» λιπαρά, ενώ πρέπει να περιορίζονται τα ζαχαρούχα τρόφιμα και ποτά, τα κορεσμένα/trans λιπαρά και το υπερβάλλον αλάτι. Παράλληλα, η τακτική σωματική άσκηση (τουλάχιστον 150 λεπτά μέτριας έντασης άσκησης την εβδομάδα, π.χ. γρήγορο περπάτημα) βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και βοηθά στον έλεγχο του σακχάρου. Η απώλεια σωματικού βάρους για υπέρβαρους/παχύσαρκους είναι εξαιρετικά ωφέλιμη: ακόμη και μια μείωση 5-10% του βάρους μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τη ρύθμιση του σακχάρου και να μειώσει τις ανάγκες σε φάρμακα . Σε ορισμένες περιπτώσεις, μεγάλη απώλεια βάρους (μέσω εντατικής δίαιτας ή βαριατρικής χειρουργικής για νοσογόνο παχυσαρκία) μπορεί ακόμη και να οδηγήσει σε ύφεση του διαβήτη, δηλαδή τα επίπεδα γλυκόζης να επανέλθουν σε μη διαβητικά επίπεδα χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Η διατροφή και η άσκηση είναι δια βίου υποχρεώσεις για τον διαβητικό ασθενή – αποτελούν όχι μόνο μέσο ρύθμισης του σακχάρου αλλά και πρόληψης επιπλοκών (π.χ. καρδιαγγειακών).
Φαρμακευτική αγωγή (από του στόματος δισκία και ενέσιμα εκτός ινσουλίνης): Εάν τα επίπεδα σακχάρου δεν επανέλθουν στο στόχο μόνο με δίαιτα και άσκηση (όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις νεοδιαγνωσθέντος διαβήτη τύπου 2), ο θεράπων ιατρός θα συστήσει την έναρξη αντιδιαβητικής φαρμακευτικής αγωγής. Υπάρχουν πολλές κατηγορίες φαρμάκων για τον διαβήτη τύπου 2, καθεμία με διαφορετικό μηχανισμό δράσης . Συνοπτικά, οι κύριες ομάδες φαρμάκων περιλαμβάνουν φάρμακα που:
-
- Αυξάνουν την έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας – π.χ. οι σουλφονυλουρίες και οι νεότεροι αγωνιστές υποδοχέα GLP-1 (τα τελευταία είναι ενέσιμα ή από του στόματος φάρμακα που μιμούνται μια εντερική ορμόνη και προάγουν την έκκριση ινσουλίνης, μειώνοντας παράλληλα την όρεξη).
- Μειώνουν την αντίσταση στην ινσουλίνη στους ιστούς – π.χ. η μετφορμίνη (ένα από τα παλαιότερα και βασικότερα φάρμακα, πρώτης γραμμής θεραπεία) βελτιώνει την ευαισθησία των κυττάρων στην ινσουλίνη και μειώνει την παραγωγή γλυκόζης από το ήπαρ. Άλλη κατηγορία είναι οι θειαζολιδινεδιόνες, που επίσης αυξάνουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
- Μειώνουν την απορρόφηση των υδατανθράκων στο έντερο – π.χ. οι αναστολείς της αγλυκοσιδάσης (ακαρβόζη), που επιβραδύνουν τη διάσπαση και απορρόφηση των σακχάρων από τη τροφή.
- Αυξάνουν την απέκκριση γλυκόζης από τους νεφρούς – η νεότερη αυτή κατηγορία είναι οι αναστολείς του συμμεταφορέα νατρίου-γλυκόζης τύπου 2 (SGLT2 inhibitors). Τα φάρμακα αυτά επιτρέπουν στους νεφρούς να αποβάλλουν περισσότερη γλυκόζη στα ούρα, μειώνοντας έτσι το σάκχαρο. Επιπλέον, έχουν ευεργετική δράση στην απώλεια βάρους και έχουν δειχθεί προστατευτικά για την καρδιά και τους νεφρούς, οπότε σε διεθνείς οδηγίες συστήνονται ιδιαίτερα για ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο ή χρόνια νεφρική νόσο ως μέρος της θεραπείας.
Η επιλογή του φαρμάκου ή του συνδυασμού φαρμάκων γίνεται από τον ιατρό, με βάση το προφίλ του ασθενούς. Συνήθως η θεραπεία ξεκινά με μετφορμίνη (εκτός αν υπάρχει αντένδειξη), παράλληλα με τις παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής . Εφόσον δεν επιτυγχάνονται οι γλυκαιμικοί στόχοι, προστίθενται σταδιακά επιπλέον φάρμακα από άλλες κατηγορίες. Στόχος είναι η αποτελεσματική ρύθμιση του σακχάρου χωρίς σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες (όπως οι υπογλυκαιμίες). Τα νεότερα φάρμακα (GLP-1 αγωνιστές και SGLT2 αναστολείς) έχουν το πλεονέκτημα ότι βοηθούν στην απώλεια βάρους και μειώνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, ενώ αντίθετα ορισμένα παλαιότερα (π.χ. σουλφονυλουρίες, ινσουλίνη) μπορεί να προκαλέσουν υπογλυκαιμίες ή αύξηση βάρους. Οι σουλφονυλουρίες και η ινσουλίνη χρησιμοποιούνται κυρίως όταν οι άλλες επιλογές δεν επαρκούν, καθώς οι πρόσφατες οδηγίες προτείνουν τις νεότερες θεραπείες για καλύτερα συνολικά αποτελέσματα σε πολλούς ασθενείς. Σε κάθε περίπτωση, κανένα φάρμακο από μόνο του δεν αρκεί εάν ο ασθενής δεν τηρεί συστηματικά τις συστάσεις για σωστή διατροφή και άσκηση – ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής με υγιεινό τρόπο ζωής είναι αυτός που εξασφαλίζει την άριστη ρύθμιση του διαβήτη.
Ινσουλίνη: Η ινσουλινοθεραπεία στον διαβήτη τύπου 2 αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό εργαλείο, αν και δεν χρειάζεται σε όλους τους ασθενείς αρχικά. Σε αντίθεση με τον διαβήτη τύπου 1 όπου η εξωγενής ινσουλίνη είναι απαραίτητη από την αρχή (καθώς το πάγκρεας δεν παράγει καθόλου ινσουλίνη), στον τύπου 2 πολλοί ασθενείς διατηρούν υπολειμματική έκκριση ινσουλίνης για αρκετά χρόνια. Ωστόσο, η παραγωγή ινσουλίνης τείνει να μειώνεται με την πάροδο του χρόνου (λόγω κόπωσης των β-κυττάρων), οπότε κάποιοι ασθενείς θα χρειαστούν τελικά ινσουλίνη για να επιτύχουν ικανοποιητική ρύθμιση. Σύμφωνα με τις ενδοκρινολογικές συστάσεις, η ινσουλίνη ενδείκνυται σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 όταν η ρύθμιση του σακχάρου δεν είναι επαρκής με από του στόματος φάρμακα (ιδιαίτερα αν το σάκχαρο παραμένει πολύ υψηλό παρά τη μέγιστη ανοχή άλλων φαρμάκων) ή όταν υπάρχει αντένδειξη/δυσανεξία στα φάρμακα αυτά . Επίσης, μπορεί να χρειαστεί άμεσα με τη διάγνωση σε νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς που παρουσιάζουν πολύ υψηλές τιμές γλυκόζης ή συμπτώματα σοβαρής απορρύθμισης (π.χ. καταβολή, αφυδάτωση, κετονουρία), ώστε να επιτευχθεί ταχύτερα ο γλυκαιμικός έλεγχος . Η ινσουλίνη χορηγείται με ενέσεις (συνήθως υποδόρια, είτε με «στυλό»-πένα ινσουλίνης είτε με αντλία συνεχούς έγχυσης) και υπάρχει σε διάφορες μορφές ως προς τη διάρκεια δράσης (ταχείας, ενδιάμεσης, μακράς δράσης, προαναμεμειγμένα σκευάσματα κ.ά.). Η προσθήκη ινσουλίνης σε έναν ασθενή με ΣΔτ2 δεν σημαίνει αποτυχία – είναι μια συνήθης εξέλιξη για πολλούς καθώς η νόσος εξελίσσεται και επιτρέπει να διατηρηθούν οι τιμές σακχάρου σε ασφαλή επίπεδα. Η εντατικοποιημένη ινσουλινοθεραπεία (πολλαπλές ενέσεις ή αντλία) εφαρμόζεται κυρίως στον τύπου 1, ενώ στον τύπου 2 τυπικά χρησιμοποιείται συνδυασμός από του στόματος φαρμάκων με μία ή δύο δόσεις ινσουλίνης ημερησίως (π.χ. βασική ινσουλίνη το βράδυ) ανάλογα με τις ανάγκες. Και εδώ, η συνεχής αυτοπαρακολούθηση του σακχάρου από τον ασθενή και η τακτική επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό είναι κλειδιά για τη σωστή τιτλοποίηση της δόσης.
Επιπλοκές του Διαβήτη
Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 – εάν δεν ρυθμίζεται επαρκώς – μπορεί να οδηγήσει σε ένα εύρος επιπλοκών, οι οποίες διακρίνονται σε οξείες (άμεσες) και χρόνιες (μακροπρόθεσμες).
Οξείες επιπλοκές: Πρόκειται για καταστάσεις που εμφανίζονται απότομα σε περιόδους σοβαρής μεταβολικής απορρύθμισης. Η μία είναι η διαβητική κετοξέωση (DKA), η οποία όμως εμφανίζεται συχνότερα στον τύπου 1 διαβήτη λόγω πλήρους έλλειψης ινσουλίνης. Στον τύπου 2, η χαρακτηριστική οξεία επιπλοκή είναι το υπερωσμωτικό υπεργλυκαιμικό σύνδρομο (HHS) – μια κατάσταση πολύ υψηλών επιπέδων σακχάρου (συχνά >600 mg/dL) που προκαλεί σοβαρή αφυδάτωση και διαταραχές συνείδησης, χωρίς όμως σημαντική κέτωση . Και οι δύο καταστάσεις αποτελούν επείγουσες ιατρικές καταστάσεις που απαιτούν νοσοκομειακή αντιμετώπιση. Επίσης, στις οξείες επιπλοκές του διαβήτη εντάσσεται η υπογλυκαιμία – δηλαδή το υπερβολικά χαμηλό σάκχαρο αίματος – η οποία συμβαίνει συνήθως ως αποτέλεσμα της θεραπείας (π.χ. από υπερβολική δόση ινσουλίνης ή σουλφονυλουριών) . Η υπογλυκαιμία εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως εφίδρωση, τρόμο, ταχυκαρδία, σύγχυση, ακόμα και απώλεια συνείδησης, και απαιτεί άμεση αντιμετώπιση (χορήγηση γλυκόζης από το στόμα ή ενδοφλέβια σε βαριές περιπτώσεις).
Χρόνιες επιπλοκές: Προκαλούνται από τις μακροχρόνιες βλάβες που επιφέρει η χρόνια υπεργλυκαιμία στα αιμοφόρα αγγεία και στα νεύρα του σώματος. Ουσιαστικά ο διαβήτης επηρεάζει αρνητικά τόσο τα μεγάλα αγγεία (αρτηρίες) – οδηγώντας σε μακροαγγειοπάθεια, όσο και τα μικρά αγγεία των διαφόρων οργάνων – προκαλώντας μικροαγγειοπάθεια. Στις κυριότερες χρόνιες επιπλοκές ανήκουν:
-
- Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια: Βλάβες στα μικρά αγγεία του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του ματιού, που μπορεί να οδηγήσουν σε θάμβος όρασης και τύφλωση αν δεν αντιμετωπιστούν . Ο διαβήτης είναι μια από τις κυριότερες αιτίες απόκτητης τύφλωσης παγκοσμίως.
- Διαβητική νεφροπάθεια: Προοδευτική βλάβη στα νεφρά λόγω της υψηλής γλυκόζης και υπέρτασης, που μπορεί να εκδηλωθεί αρχικά ως μικροαλβουμινουρία (απώλεια λευκωματίνης στα ούρα) και να εξελιχθεί σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Ο διαβήτης αποτελεί κύρια αιτία τελικού σταδίου νεφρικής νόσου παγκοσμίως (αιμοκάθαρση) .
- Διαβητική νευροπάθεια: Βλάβη στα περιφερικά νεύρα, ιδιαίτερα των κάτω άκρων, οδηγώντας σε αισθητικές διαταραχές (μούδιασμα, μυρμηκίαση, άλγος) και κινητική αδυναμία. Η νευροπάθεια, σε συνδυασμό με την αγγειοπάθεια, συμβάλλει στο διαβητικό πόδι – έλκη και λοιμώξεις στα πόδια που δυσκολεύουν να επουλωθούν και μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε ακρωτηριασμό αν δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα .
- Μακροαγγειακές επιπλοκές: Ο διαβήτης επιταχύνει την αθηροσκλήρυνση στα μεγάλα αγγεία, αυξάνοντας δραματικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων. Οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 έχουν πολλαπλάσιο κίνδυνο να υποστούν έμφραγμα του μυοκαρδίου (ο διαβήτης θεωρείται ισοδύναμος καρδιαγγειακού κινδύνου με την ήδη εγκατεστημένη στεφανιαία νόσο) και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (εγκεφαλικό) σε σύγκριση με μη διαβητικούς.
Επίσης, η περιφερική αρτηριοπάθεια κάτω άκρων είναι συχνότερη, συμβάλλοντας στις δυσίατες πληγές των ποδιών. Συνολικά, ο διαβήτης ευθύνεται για μεγάλο ποσοστό καρδιαγγειακών θανάτων και αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες θνησιμότητας παγκοσμίως.
Παγκόσμιοι οργανισμοί υγείας τονίζουν ότι ο διαβήτης είναι πλέον μεγάλη απειλή για την υγεία: αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες τύφλωσης, νεφρικής ανεπάρκειας, εμφραγμάτων, εγκεφαλικών και ακρωτηριασμών κάτω άκρων . Ευτυχώς, με τη σωστή διαχείριση του διαβήτη (καλή γλυκαιμική ρύθμιση, τακτικούς ελέγχους και αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου όπως υπέρταση και χοληστερόλη) οι περισσότερες από αυτές τις επιπλοκές μπορούν να προληφθούν ή να καθυστερήσουν σημαντικά
Πρόληψη και Τροποποίηση Τρόπου Ζωής
Η πρόληψη του διαβήτη τύπου 2 εστιάζει στην αντιμετώπιση των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου – κυρίως της παχυσαρκίας, της ανθυγιεινής διατροφής και της φυσικής αδράνειας. Με δεδομένη την “επιδημία” της παχυσαρκίας, οι διεθνείς και ελληνικοί φορείς υγείας δίνουν έμφαση σε μέτρα δημόσιας υγείας για την προαγωγή της υγιεινής διατροφής από νεαρή ηλικία, την αύξηση της άσκησης στον γενικό πληθυσμό και την ενημέρωση για τον διαβήτη. Σε ατομικό επίπεδο, ο καθένας μπορεί να μειώσει σημαντικά τον προσωπικό του κίνδυνο ακολουθώντας έναν υγιέστερο τρόπο ζωής:
-
- Διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους: Η επίτευξη και διατήρηση ενός υγιούς BMI μέσω ισορροπημένης δίαιτας και άσκησης είναι το σημαντικότερο προληπτικό μέτρο. Άτομα με προδιαβήτη που κατορθώνουν να μειώσουν το βάρος τους κατά ~7-10% μπορούν να μειώσουν στο μισό (ή και περισσότερο) την πιθανότητα εξέλιξης σε διαβήτη.
- Υγιεινή διατροφή: Προτείνεται ένα διατροφικό πρότυπο τύπου μεσογειακής δίαιτας, πλούσιο σε λαχανικά, φρούτα, όσπρια, πλήρη δημητριακά, ψάρια και ελαιόλαδο, και φτωχό σε ζάχαρη, επεξεργασμένους υδατάνθρακες, κόκκινα/επεξεργασμένα κρέατα και κορεσμένα λίπη. Μια τέτοια δίαιτα βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και βοηθά στον έλεγχο του σωματικού βάρους.
- Τακτική άσκηση: Η σωματική δραστηριότητα όχι μόνο βοηθά στην καύση θερμίδων αλλά έχει και άμεση ευεργετική μεταβολική δράση – οι μύες που ασκούνται χρησιμοποιούν περισσότερο γλυκόζη και βελτιώνουν την ινσουλινοευαισθησία. Συστήνεται τουλάχιστον 30 λεπτά μέτριας άσκησης (π.χ. ζωηρό περπάτημα) τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας.
- Αποφυγή καπνίσματος και υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ: Το κάπνισμα συνδέεται με μεγαλύτερο κίνδυνο διαβήτη, ενώ και το αλκοόλ σε υπερβολές μπορεί να βλάψει το πάγκρεας και να προσθέσει θερμίδες. Η διακοπή του καπνίσματος και το μέτρο στο αλκοόλ είναι σημαντικά γενικά για την υγεία.
- Τακτικός ιατρικός έλεγχος: Άτομα με οικογενειακό ιστορικό διαβήτη ή άλλους παράγοντες κινδύνου θα πρέπει να ελέγχουν περιοδικά το σάκχαρό τους (π.χ. ετήσιες εξετάσεις). Ο προληπτικός έλεγχος (screening) συστήνεται από την ADA πλέον σε όλους από την ηλικία των 35 ετών και άνω, ιδίως αν είναι υπέρβαροι, ή νωρίτερα σε όσους έχουν παράγοντες κινδύνου. Η έγκαιρη ανίχνευση προδιαβήτη δίνει το περιθώριο παρέμβασης ώστε να μην εξελιχθεί σε διαβήτη.
Για τα άτομα που έχουν ήδη διαγνωστεί με προδιαβήτη, οι συστάσεις είναι παρόμοιες: εντατική αλλαγή τρόπου ζωής με στόχο μείωση βάρους τουλάχιστον 7%, υγιεινή διατροφή και 150′ άσκησης την εβδομάδα μπορεί να προλάβει ή καθυστερήσει την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 . Με άλλα λόγια, ο προδιαβήτης είναι αναστρέψιμος αν το άτομο υιοθετήσει μόνιμα υγιεινές συνήθειες. Υπάρχουν μάλιστα μεγάλες μελέτες (π.χ. Diabetes Prevention Program) που έδειξαν ότι οι παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής μειώνουν κατά 58% τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη σε προδιαβητικά άτομα, συγκριτικά με όσους δεν αλλάζουν τρόπο ζωής.
Τέλος, σημαντικό ρόλο στην πρόληψη των επιπλοκών παίζει και η εκπαίδευση του ίδιου του ατόμου με διαβήτη. Η αυτομέτρηση σακχάρου, η συμμόρφωση στη θεραπεία και στις διαιτητικές συστάσεις, καθώς και η τακτική παρακολούθηση από ενδοκρινολόγο/διαβητολόγο συμβάλλουν ώστε ο ασθενής να διατηρεί το σάκχαρό του ρυθμισμένο και να προλαμβάνει προβλήματα. Στον τομέα αυτό, τόσο οι διεθνείς οργανισμοί (ADA, EASD) όσο και η Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία και η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία έχουν εκπονήσει προγράμματα ενημέρωσης και υποστήριξης των ασθενών. Ο στόχος είναι κάθε άτομο με διαβήτη τύπου 2 να γνωρίζει πώς να διαχειρίζεται σωστά τη νόσο του στην καθημερινότητα – γιατί ο καλά ρυθμισμένος διαβήτης επιτρέπει μια πλήρη και υγιή ζωή, μειώνοντας σημαντικά τον κίνδυνο επιπλοκών.
Συμπέρασμα: Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι μια σύνθετη αλλά αντιμετωπίσιμη χρόνια πάθηση. Από ενδοκρινολογικής πλευράς, πρόκειται για μια διαταραχή στην ορμονική ρύθμιση της γλυκόζης, με κύριους “πρωταγωνιστές” την ινσουλίνη και την αντίσταση των ιστών σε αυτήν. Η κατανόηση της φύσης της νόσου βοηθά τόσο τους επαγγελματίες υγείας όσο και τους ίδιους τους ασθενείς να την αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά. Με βάση τις σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες (ADA/EASD) και τις συστάσεις της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας, η ενδεδειγμένη προσέγγιση είναι ο συνδυασμός εξατομικευμένης ιατρικής φροντίδας, ισορροπημένης φαρμακευτικής αγωγής και δια βίου υγιεινού τρόπου ζωής. Έτσι, μπορούμε να νικήσουμε τον “γνωστό άγνωστο” διαβήτη – διατηρώντας το σάκχαρο υπό έλεγχο και εξασφαλίζοντας μια καλύτερη ποιότητα ζωής για κάθε άτομο με διαβήτη τύπου 2.
Βιβλιογραφικές Πηγές & Αναφορές:
- American Diabetes Association – Standards of Medical Care in Diabetes 2024. (Διαγνωστικά κριτήρια, συστάσεις για θεραπεία και στόχους γλυκαιμικής ρύθμισης .
- International Diabetes Federation – IDF Diabetes Atlas 2025 (Επιδημιολογικά δεδομένα παγκοσμίως και ανά χώρα).
- Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία & Πανελλήνια Ένωση Ενδοκρινολόγων – Συνέντευξη Τύπου Παγκόσμιας Ημέρας Διαβήτη 2021 (Επιδημιολογικά στοιχεία για την Ελλάδα, έμφαση στην εξατομίκευση θεραπείας).
- Ενδοκρινολογική Μονάδα ΕΚΠΑ – Ενημερωτικό Άρθρο «Τι είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης» (Απλή περιγραφή της παθοφυσιολογίας και των συμπτωμάτων στα Ελληνικά).
- Π.Ο.Υ. (WHO) – World Diabetes Day Key Messages (Διαβήτης ως αιτία σοβαρών επιπλοκών παγκοσμίως, ανάγκη πρόληψης).
- Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία – Κατευθυντήριες Οδηγίες 2021 (συστάσεις για θεραπευτικούς στόχους, σημασία τροποποίησης τρόπου ζωής).
- Lilly Greece – «Επιπλοκές του Διαβήτη» (Περιγραφή οξέων και χρόνιων επιπλοκών για ασθενείς).
ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ή για να κλείσετε ραντεβού, παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας. ΩΡΑΡΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΙΑΤΡΕΙΟΥ Δευτέρα - Τετάρτη - Πέμπτη 16.00 - 22.00 κατόπιν ραντεβού Τετάρτη & Σάββατο Πρωί 1 Φορά το μήνα ραντεβού κατόπιν συνεννόησης